ΒΟΑΣ ΤΗΣ ΑΜΜΟΥ – ΕΡΗΜΟΦΙΔΟ
Επιστήμονες στην Ιταλία ανακαλύπτουν ξανά φίδι το οποίο χρησιμοποιούνταν από τους Αρχαίους Έλληνες σαν όπλο μάχης.
Το είδος αυτό δεν είχε καταγραφεί επίσημα στην Ιταλία εδώ και 80 χρόνια αλλά εθεάθει σε περιοχή της Σικελίας. Έτσι ειδικοί στα θέματα φιδιών διεξήγαγαν έρευνες και κατέγραψαν το είδος αυτό, το οποίο είναι επίσημα γνωστό με την ονομασία Eryx jaculus, και ζεί σε περιοχή με αμμόλοφους και δάσος γύρω απ’το θέρετρο της Licata στην Νότια ακτή.
Οι ειδικοί πιστεύουν πως το είδος αυτό θα μπορούσε να είχε εισηχθεί στην περιοχή κατά τους αρχαίους χρόνους, όταν το νησί είχε αποικηθεί από Έλληνες.
Η περιοχή στην οποία βρέθηκε βρίσκεται πολύ κοντά στα σημεία όπου διεξήχθησαν δύο ναυμαχίες τον 5ο και 4ο αιώνα ΠKE.
Φίδια εισήγαγαν οι Αρχαίοι Έλληνες σε μέρη τα οποία κατακτούσαν ή αποικούσαν για θρησκευτικούς λόγους ή πολεμικές τελετουργίες.
Η εκ νέου ανακάλυψη του συγκεκριμένου είδους στην Ιταλία ανακοινώθηκε to 2015 στο ερπετολογικό επιστημονικό περιοδικό Acta Herpetologica.
Το Πολεμικό Ναυτικό των Αρχαίων Ελλήνων εκτόξευε στον εχθρό τον Βόα της Άμμου (Ερημόφιδο) για να δημιουργήσει πανικό καί σύνχυση κατά την διάρκεια της ναυμαχίας σύμφωνα με τον ερευνητή Gianni Insacco.
Γενικώς χρησιμοποιούσαν οχιές από τις οποίες αφαιρούσαν το δηλητήριο. Εναλλακτικά χρησιμοποιούσαν παρόμοια είδη όπως ο Βόας της Άμμου.
Οι επιστήμονες κατα την διάρκεια των ερευνών ανακάλυψαν έξι άτομα του συγκεκριμένου είδους. Τα τρία ήταν ζωντανά αλλά τα υπόλοιπα τρία νεκρά λόγω ατυχημάτων που οφείλονταν στην κυκλοφορία αυτοκινήτων.
Πιστεύουν πως τα φίδια αυτά ζούν στην Ιταλία εδώ και αιώνες αλλά δεν γίνονταν αντιληπτά λόγω της νυκτερινής φύσης τους και του γεγονότος ό,τι ζούν υπογείως.
Το είδος απαντάτε στην Ελλάδα, τα Νότια Βαλκάνια, την Βόρεια Αφρική και την Μέση Ανατολή.
Είναι μικρά, φτάνουν ως 80 εκατοστά σε μήκος και τρέφονται με σαύρες, ποντίκια και σαληγκάρια.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΡΗΜΟΦΙΔΟ
To άκουσμα της λέξης «βόας» ταξιδεύει τους περισσότερους σε εξωτικά τροπικά δάση της Αμερικής, της Ασίας και της Αφρικής, και σε πολύ μεγάλα φίδια που σκοτώνουν σφίγγοντας τα θύματά τους. Λίγοι γνωρίζουν ότι βόες υπάρχουν και στην Ευρώπη και προφανώς και στην Ελλάδα(!) που είναι μικρότεροι των μεγάλων και ποικιλόχρωμων τροπικών ειδών και ονομάζονται βόες της άμμου. Στην Ευρώπη εξαπλώνεται μόνο ένα είδος βόα της άμμου, το ερημόφιδο ή λουρίτης, το οποίο είναι ελάχιστα γνωστό αφού είναι κρυπτικό είδος (αποφεύγει να εμφανίζεται), ζει υπογείως σε στοές και στην επιφάνεια βυθίζεται σε χαλαρό χώμα ή άμμο ή τρυπώνει ανάμεσα σε πέτρες. Το δεύτερο συνθετικό του λατινικού ονόματος προέρχεται από τη λέξη jaculum=ακόντιο και σχετίζεται με την εντύπωση ότι το φίδι αυτό εξακοντίζεται προς τους εχθρούς του όταν απειληθεί, πράγμα τελείως λανθασμένο αφού οι βόες δεν χαρακτηρίζονται για την ταχύτητά τους. Ακόμα και το όνομα «βόας» που προέρχεται από το λατινικό bos=αγελάδα {Δηλαδή από το Ελληνικό “ΒΟΥΣ”} σχετίζεται στην επίσης λανθασμένη δοξασία ότι τα φίδια αυτά τρέφονται με γάλα αγελάδας!
Το ερημόφιδο είναι ένα σχετικά μικρό φίδι με το μήκος του να φτάνει τα 80 εκατοστά, συνήθως όμως δεν ξεπερνά τα 40-60 εκατοστά. Το σώμα του είναι λεπτό στο κεφάλι και την ουρά και παχύτερο στο ενδιάμεσο σώμα, η ουρά είναι κοντή και λεπταίνει απότομα, τα μάτια του είναι μικρά και χαρακτηρίζονται από τις κατακόρυφες κόρες. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του -όπως και όλων των βοών- η ύπαρξη στη βάση της ουράς 2 «αγκαθιών» ή νυχιών που ουσιαστικά είναι τα υπολείμματα των πίσω άκρων! Ο χρωματισμός του είναι ραχιαία ανοιχτό κιτρινοκάστανο/κεραμιδί-καστανό/γκρίζο, με σκουρόχρωμα καστανά σημάδια διασκορπισμένα τυχαία ή σχηματίζοντας σειρές, ενώ κοιλιακά είναι λευκοκίτρινο με πολλές μικρές σκουρόχρωμες κηλίδες. Απαντάται σε περιοχές με χαμηλή βλάστηση (θαμνώνες, λιβάδια, καλλιέργειες, με αμμώδες και πετρώδες υπόστρωμα) και δραστηριοποιείται την ημέρα και πάντα υπογείως, εκτός από την αναπαραγωγική περίοδο που εκτίθεται και στην επιφάνεια του εδάφους. Γεννά νεαρά άτομα αφού τα θηλυκά άτομα «κρατούν» τα αυγά στην κοιλιά τους μέχρι και την εκκόλαψη. Η διατροφή του βασίζεται στα μικρά θηλαστικά, στα πουλιά και τις σαύρες και στα έντομα, τα οποία σκοτώνει με περίσφιξη.
Η προστασία του ερημόφιδου κυρίως σε εθνικό αλλά και σε κοινοτικό και ευρωπαϊκό επίπεδο είναι σχετικά «χαλαρή» καθώς περιλαμβάνεται ορισμένους καταλόγους συμβάσεων και νόμων. Οι άμεσες απειλές -αν και φίδι- δεν είναι έντονες καθώς η κρυπτική φύση του και ο υπόγειος τρόπος ζωής του δεν τον φέρνουν σε επαφή με το μεγαλύτερο εχθρό του: τον άνθρωπο. Οι έμμεσες πιέσεις που αντιμετωπίζει -όπως και σχεδόν τον σύνολο των ζώων- σχετίζονται με τη συρρίκνωση, υποβάθμιση και κατακερματισμό των οικοτόπων που διαβιεί και τη συνεχή απώλεια της φυσικότητας του περιβάλλοντος, και φυσικά από την αλόγιστη χρήση ποντικοφαρμάκων.
Το ερημόφιδο καταγράφεται στους καταλόγους ερπετών της προστατευόμενης περιοχής του όρους Πάρνωνα και υγροτόπου Μουστού, όμως οι πιθανότητες για τον επισκέπτη να το δει είναι πολύ περιορισμένες, και αν η τύχη είναι ιδιαίτερα ευνοϊκή μαζί του, ίσως το σούρουπο κατά τους καλοκαιρινούς μήνες το δει ξαπλωμένο στην άμμο ή πάνω σε πέτρες να ρυθμίζει τη θερμοκρασία του. Η άμεση «υποχώρηση» του ερημόφιδου μόλις αντιληφθεί την ανθρώπινη παρουσία είναι δεδομένη, βοηθώντας το να αποφύγει τις μοιραίες για τη ζωή του αντιπαραθέσεις.
Φορέας Διαχείρισης Όρους Πάρνωνα και Υγροτόπου Μουστού
Τμήμα Προστασίας & Διαχείρισης
Άστρος Αρκαδίας, 22001
Τηλ: 27550 22021, Fax: 27550 22806